Έχω στο μυαλό μια όμορφη εικόνα,
που μέσα μου θα κουβαλώ για πολύ καιρό ακόμα.
Είναι εκείνη ένα ανοιξιάτικο πρωινό
μ’ ένα φόρεμα κατάλευκο λινό.
Αγνή σαν περιστέρι περιφέρεται στον κήπο,
ξυπόλητη κι ολόδροσα χορτάρια χαϊδεύουν τα πέλματά της.
Πάντα χαρούμενη με το χαμόγελο στα χείλη, έτσι και τότε
με επίλογο τα μάτια της, λαμπερή ολύμπια θεά,
να σε κοιτάει μ’ έναν τρόπο σα να ‘ναι η τελευταία σας φορά.
Κι εσύ ανθοστόλιστο στεφάνι στο κεφάλι
της έβαλες και χάθηκες στο βλέμμα των ματιών της.
Ω, Θεέ μου, τι γλυκιά σας ήρθε τότε η ζάλη
και καταφύγιο βρήκε ο ένας στου άλλου την αγκαλιά
κι ενώθηκαν τα χείλη σας, σωστή ανατριχίλα·
η ρίγη απλώθηκε σ’ όλο το κορμί απ’ τα μαλλιά ως τα νύχια
κι αφεθήκατε...
και κοιταχτήκατε σα να ’ταν η τελευταία σας φορά.
Δε μιλήσατε,
ούτε άχνα δε βγάλατε.
Όλος ο αισθηματισμός σας έβγαινε απ’ την επαφή των χεριών σας
και την έκφραση των ματιών σας.
.... Ήταν σα να βλεπόσασταν για τελευταία φορά.....
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου