Πέμπτη 1 Δεκεμβρίου 2011

ROMANCE


Πάλι χθες πήγες να ψηλαφήσεις το χαμένο σου ρομάντζο,
ήσουν χαρούμενος που βρισκόσουνα μαζί της,
είχες να της πεις πολλά
για τις ονειρικές εικόνες που έντυνες με μουσική υπόκρουση
γλυκιάς κιθάρας
και τις ατέλειωτες μέρες που σκεφτόσουν το φιλί της.
Και σαν ήσαστε μόνοι τρίκλιζαν τα πόδια απ’ την ομορφιά της·
είπες μόνο πόσο της πήγαιναν οι ξανθές ανταύγειες στα μαλλιά
και σώπασες για πάντα όπως συνήθιζες για χρόνια.
Κι έτσι πάλι δεν τα κατάφερες ν’ αγγίξεις το χαμένο σου ρομάντζο.
Ακόμα κι η γλυκιά κιθάρα, συνοδεία στα όνειρά σου
τώρα φαντάζει σαν κακόηχο ξεκούρδιστο μπάντζο,
θρύψαλα γίνεται η γαλήνη αυτής της όμορφης βραδιάς.

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Οταν νομισαν πως υπάρχουν

Τότε η τέχνη έγινε δουλειά
τότε η πένα χτύπαγε τις χορδές
ακολουθώντας εναν από τους πολλούς αλγόριθμους
που είχαν γράψει τότε,
που η τέχνη δεν ήτανε δουλειά
και δεν υπήρχαν αλγόριθμοι.

Τότε ο πόνος και η αληθινή χαρά
σταμάτισε να εκφράζεται δειλά,
οπως συνήθιζε να βγαίνει μέσα από ήχους
αυτοσχέδιων ταμπουράδων και φάλτσων νοτών.
Δεν εκφραζόταν καθόλου.

Ήταν τότε που οι αυτοπροσδιοριζόμενοι ως καλλιτέχνες,
βολεμένοι και αβόλευτοι ολαροδιστές,
έγραφαν ποιήματα με κούφιο περιεχόμενο,
σίδερο όλο σκουριά!
Μα από πάνω επικάλυψη χρυσή παρακαλώ...

Τότε γέμισε ο τόπος ρομάντσες,
φτιαγμένες από ζώα αγχωμένα,
που θέλουν απεγνωσμένα να ικανοποιήσουν
τις σωματικές τους ανάγκες..
Αλλά δεν τους ρώτησε ποτέ κανείς:
-Κύριοι έχετε σωματικές ανάγκες;
Αυτοί που νόμισαν πως υπάρχουν!
Αλλά δεν τους ρώτησε ποτέ κανείς:
-Κύριοι υπάρχετε;

Περιπλανώμενος Περίεργος

ΝΙΚΙΑΣ είπε...

Νομίζω ότι το έχεις βάλει σε λάθος ποιήμα το σχόλιό σου...